Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2013

Τι μπορούν να αγοράσουν τα χρήματα ?

Σε ένα ενδιαφέρον πρόσφατο βιβλίο με τίτλο, «Τι μπορούν να αγοράσουν τα χρήματα: τα Ηθικά Όρια της Αγοράς», ο φιλόσοφος του Χάρβαρντ, Μάικλ Σάντελ, καταδεικνύει το εύρος των πραγμάτων που μπορούν να αγοράσουν τα χρήματα στις σύγχρονες κοινωνίες και προσπαθεί να πυροδοτήσει ελαφρώς την οργή μας για την αυξανόμενη κυριαρχία της αγοράς. Έχει δίκιο ότι θα πρέπει να ανησυχούμε;
Ενώ ο Σάντελ ανησυχεί για τη διεφθαρμένη φύση ορισμένων συναλλαγών που μπορούν να αποτιμηθούν σε χρήμα (μπορούν τα παιδιά να αναπτύξουν αγάπη για το διάβασμα αν δωροδοκηθούν για να διαβάσουν βιβλία;), ο ίδιος επίσης ανησυχεί για την άνιση πρόσβαση στα χρήματα, που κάνει τις συναλλαγές με αυτά εγγενώς άνισες.
Γενικότερα, φοβάται ότι η επέκταση των ανώνυμων νομισματικών συναλλαγών υπονομεύει την κοινωνική συνοχή, και τάσσεται υπέρ της μείωσης του ρόλου του χρήματος στην κοινωνία.

Οι ανησυχίες του Σάντελ δεν είναι εντελώς νέες, αλλά αξίζει να αναλογιστούμε τα παραδείγματά του. Στις ΗΠΑ, κάποιες επιχειρήσεις πληρώνουν τους άνεργους να στέκονται στην ουρά για δωρεάν εισιτήρια για τις ακροαματικές διαδικασίες του Κογκρέσου. Πωλούν τότε τα εισιτήρια στους λομπίστες και στους δικηγόρους των επιχειρήσεων, οι οποίοι έχουν επαγγελματικό συμφέρον στην ακρόαση, αλλά είναι πολύ απασχολημένοι για να περιμένουν στην ουρά.

Σαφώς, οι δημόσιες ακροάσεις αποτελούν σημαντικό στοιχείο της συμμετοχικής δημοκρατίας. Όλοι οι πολίτες πρέπει να έχουν ίση πρόσβαση. Έτσι, η πώληση της πρόσβασης μοιάζει σαν στρέβλωση των δημοκρατικών αρχών.

Το θεμελιώδες πρόβλημα, όμως, είναι η σπανιότητα. Δεν μπορούμε να φιλοξενήσουμε οποιονδήποτε, στο δωμάτιο που μπορεί να έχει συμφέρον σε μια ιδιαίτερα σημαντική ακρόαση. Έτσι πρέπει να «πουλήσουμε» την είσοδο. Μπορούμε είτε να επιτρέψουμε στους ανθρώπους να χρησιμοποιήσουν το χρόνο τους (περιμένοντας στη γραμμή) για να αποκτήσουν μια θέση, ή μπορούμε να δημοπρατήσουμε τις θέσεις για χρήματα. Το πρώτο φαίνεται πιο δίκαιο, καθώς όλοι οι πολίτες φαίνεται να ξεκινούν με ίσο χρόνο. Αλλά μια ανύπαντρη μητέρα με εργασία υψηλής πίεσης και τρία μικρά παιδιά, διαθέτει τον ίδιο ελεύθερο χρόνο με ένα φοιτητή που βρίσκεται σε καλοκαιρινές διακοπές; Και η κοινωνία νιώθει καλύτερα, αν αυτή, ο επικεφαλής νομικός σύμβουλος μιας μεγάλης εταιρείας, ξοδεύει μεγάλο μέρος του χρόνου της περιμένοντας στην ουρά;



Το αν είναι καλύτερο κάποιος να πουλά εισιτήρια εισόδου έναντι χρόνου ή έναντι χρημάτων όμως, εξαρτάται στο τι ευελπιστούμε να πετύχουμε. Αν θέλουμε να βελτιώσουμε την απόδοση της παραγωγικότητας της κοινωνίας, η προθυμία των ανθρώπων να πληρώνουν με χρήματα, είναι ένας λογικός δείκτης για τι κέρδος έχουν αν έχουν πρόσβαση στην ακρόαση. Η δημοπράτηση θέσεων για χρήματα είναι λογική -ο δικηγόρος συμβάλλει περισσότερο στην κοινωνία, μέσω της προετοιμασίας συνοπτικών περιλήψεων παρά με το να στέκεται στην ουρά.

Από την άλλη, αν είναι σημαντικό ότι νέοι, εύκολο να ευεπηρέαστοι πολίτες βλέπουν πώς λειτουργεί η δημοκρατία τους, και το ότι χτίζουμε κοινωνική αλληλεγγύη με το να υποχρεώνουμε τα εταιρικά στελέχη να στέκονται στην ουρά μαζί με άνεργους έφηβους, είναι λογικό οι άνθρωποι να αναγκάζουμε τους ανθρώπους να «εξαργυρώνουν» το χρόνο τους και να καταστούν τα εισιτήρια εισόδου μη-μεταβιβάσιμα. Αλλά, αν αναλογιστούμε ότι και τα δύο στόχοι – η αποτελεσματικότητα και η αλληλεγγύη – θα πρέπει να παίξουν κάποιο ρόλο, πιθανότατα, θα πρέπει να κάνουμε τα στραβά μάτια στην πρόσληψη του ανέργου που θα σταθεί στην ουρά, αντί των πολυάσχολων δικηγόρων, εφόσον δεν καταλάβουν όλες τις θέσεις.

Τι γίνεται με το εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων; Ένα ακόμη ζήτημα που απασχολεί τον Σάντελ.

Μοιάζει λάθος όταν ένας πνεύμονας ή ένα νεφρό πωλείται έναντι χρημάτων. Ωστόσο, γιορτάζουμε την ευγένεια ενός αγνώστου που δωρίζει ένα νεφρό σε ένα μικρό παιδί. Προφανώς, δεν είναι η μεταμόσχευση του οργάνου που μας εξοργίζει -δεν πιστεύουμε ότι ο δότης είναι ανενημέρωτος για την αξία ενός νεφρού ή ξεγελάστηκε για να το αποχωριστεί. Ούτε, νομίζω, ανησυχούμε για τους ενδοιασμούς του προσώπου που πωλεί το όργανο – στο κάτω-κάτω, αποχωρίζονται μη αναστρέψιμα κάτι που τους είναι ιδιαίτερα αγαπητό για μια τιμή που λίγοι από εμάς θα δεχόντουσαν.

Θεωρώ ότι μέρος της δυσφορίας μας σχετίζεται με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες λαμβάνει χώρα η συναλλαγή. Σε τι είδους κοινωνία ζούμε αν οι άνθρωποι πρέπει να πουλήσουν τα όργανά τους για να επιβιώσουν;

Αλλά, ενώ μια απαγόρευση στην πώληση οργάνων μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε καλύτερα, καθιστά όντως καλύτερη την κοινωνία; Ενδεχομένως, αν κάνει την κοινωνία να εργαστεί σκληρότερα για να εξασφαλιστεί το ότι οι άνθρωποι δεν θα χρειαστεί ποτέ πουλήσουν ένα ζωτικό όργανο. Αλλά ίσως κι όχι, αν επιτρέπει στην κοινωνία να αγνοεί το υποφώσκον πρόβλημα, είτε οδηγώντας στο παρεμπόριο, είτε αναγκάζοντας τους ανθρώπους σε τέτοιες περιστάσεις να καταφεύγουν σε χειρότερα μέσα.

Από την άλλη, μέρος της ανησυχίας μας πιθανότατα να σχετίζεται με το τι αντιλαμβανόμαστε ως άνιση ανταλλαγή. Η πωλήτρια δίνει μέρος του σώματός της σε μια μη αναστρέψιμη συναλλαγή. Ο αγοραστής δίνει μόνο χρήματα – τα οποία πιθανότατα να κέρδισε σε μια τυχερή συναλλαγή στο χρηματιστήριο, ή από μια καλοπληρωμένη εργασία. Αν αυτά τα χρήματα τα είχε κερδίσει πουλώντας μέρος του πνεύμονά του, ή ήταν οι αποταμιεύσεις που με κόπο είχε συγκεντρώσει τόσα χρόνια κατόπιν κοπιαστικής εργασίας, ίσως θεωρούσαμε την ανταλλαγή πιο ισότιμη.



Φυσικά, η κεντρική αρετή του χρήματος, είναι ακριβώς η ανωνυμία του. Δεν χρειάζεται να ξέρω τίποτα για το λογαριασμό που λαμβάνω για να μπορώ να τον χρησιμοποιώ. Αλλά, επειδή η ανωνυμία του χρήματος κρύβει την προέλευσή του, μπορεί να είναι λιγότερο κοινωνικά αποδεκτό ως μέσο πληρωμής για ορισμένα αντικείμενα.

Και στα δύο παραδείγματα -στα εισιτήρια για το Κογκρέσο και στις πωλήσεις οργάνων- ο Σάντελ προτείνει να περιορίσουμε το ρόλο του χρήματος. Αλλά τα χρήματα έχουν πολλές αρετές όσον αφορά στη διευκόλυνση των συναλλαγών – γι” αυτό και χρησιμοποιούνται σχεδόν σε όλες τις συναλλαγές. Έτσι, ίσως το πιο σημαντικό μήνυμα είναι ότι η ανοχή της κοινωνίας για τη νομισματοποίηση είναι ανάλογη με τη νομιμότητα που παρέχεται με την κατανομή του χρήματος.

Όσο περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι αυτοί που έχουν χρήματα είναι είτε εκείνοι που δουλεύουν, είτε εκείνοι που τα αξίζουν, τόσο περισσότερο είναι πρόθυμοι να ανεχθούν συναλλαγές έναντι χρημάτων (αν και ορισμένες συναλλαγές παραμένουν πέραν των ορίων τους). Αλλά αν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι οι πλούσιοι είναι, κυρίως, εκείνοι με τις σωστές διασυνδέσεις ή οι παράνομοι, η ανοχή τους για τις νομισματικές συναλλαγές υποχωρεί.

Αντί να εστιάζουμε στην απαγόρευση νομισματικών συναλλαγών, ίσως το πιο σημαντικό μάθημα που προκύπτει από τα παραδείγματα του Σάντελ είναι ότι θα πρέπει να εργαζόμαστε διαρκώς για τη βελτίωση αυτού που αντιλαμβανόμαστε ως νομιμότητα της κατανομής του χρήματος.



_______________

 RAGHURAM RAJAN, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, καθηγητής Οικονομικών στη Σχολή Επιχειρηματικών Σπουδών Booth του Πανεπιστημίου του Σικάγου και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο «Fault Lines: How Hidden Fractures Still Threaten the World Economy» (Ρήγματα: Πώς οι κρυμμένες ρωγμές ακόμα απειλούν την παγκόσμια οικονομία).

  Copyright: Project Syndicate, 2012.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου